Μάγερ, Λούις

Μάγερ, Λούις
(Louis Burt Mayer, Μινσκ 1885 – Λος Άντζελες, ΗΠΑ 1957). Αμερικανός παραγωγός του κινηματογράφου, λευκορωσικής καταγωγής. Γιος εργατών που μετανάστευσαν αρχικά στον Καναδά, έπειτα στη Νέα Υόρκη και στη συνέχεια στη Βοστόνη, μόλις τελείωσε το σχολείο ασχολήθηκε με το εμπόριο, ενώ το 1907 ξεκίνησε να δουλεύει σε έναν κινηματογράφο παρουσιάζοντας ταινίες ποιότητας. Στα μέσα της επόμενης δεκαετίας ανέλαβε την εκπροσώπηση της κλασικής ταινίας του Γκρίφιθ Η γέννηση ενός έθνους στην περιοχή του και αμέσως μετακόμισε στο Λος Άντζελες όπου μαζί με τον Μάρκους Λεβ που είχε την εταιρεία Metro και την εταιρεία Goldwyn συγχωνεύτηκε στον κινηματογραφικό γίγαντα της εποχής Metro-Goldwyn-Mayer πιο γνωστή ως MGM. Διετέλεσε επικεφαλής παραγωγής της νέας εταιρείας από τη σύστασή της το 1924 έως το 1951 οπότε και αποσύρθηκε από τα καλλιτεχνικά δρώμενα. Με σύνθημα «πιο πολλά αστέρια απ’ όσα υπάρχουν στον ουρανό», η εταιρεία του μεγάλωσε ακόμα περισσότερο με την πάροδο των χρόνων και αποτέλεσε βασικό όχημα της προώθησης του Αμερικανικού ονείρου μέσα από τον κινηματογράφο. Ο ίδιος έμεινε στην ιστορία ως ένας εκ των πρώτων και κορυφαίων της νεοσύστατης τότε βιομηχανίας του κινηματογράφου. Κατά τη διάρκεια της θητείας του στην εταιρεία, η MGM δημιούργησε ταινίες όπως οι Μπεν Χουρ (1926), Γκραντ Οτέλ (1932), Δείπνο στις οκτώ (1933), και Υπό το βλέμμα του Βούδα (1937).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν …   Dictionary of Greek

  • Λι, Τζάνετ — (Janet Leigh, Καλιφόρνια 1927 –). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της Αμερικανίδας ηθοποιού του κινηματογράφου Ζανέτ Έλεν Μόρισον (Jeanette Helen Morrison). Σπούδασε μουσική και ψυχολογία στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια και πρωτοεμφανίστηκε στον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”